λαχανοκομία

λαχανοκομία
Κλάδος της κηποκομίας με αντικείμενο την καλλιέργεια εδώδιμων ποωδών φυτών (λαχανικών). Παλαιότερα, η παραδοσιακή κηπευτική καλλιέργεια λαχανικών περιοριζόταν σε μικρά τεμάχια γης, τους λαχανόκηπους, εμφανίζοντας οικογενειακές συνθήκες καλλιέργειας και κατανάλωσης. Τελευταία επικρατεί μία ανάπτυξη του κλάδου σε μεγάλες εκτάσεις, αποκτώντας τη μορφή της μεγάλης καλλιέργειας με σύγχρονα μέσα και επιχειρηματικό σκοπό. Στην Ελλάδα, η λ. επιχειρηματικής μορφής έλαβε πρόσφατα μεγάλη ανάπτυξη με την εξάπλωση πρώιμων καλλιεργειών ντομάτας, αγγουριών, πιπεριάς, μελιτζάνας κ.ά. στις νότιες θερμές περιοχές της χώρας (Κρήτη, νότια Πελοπόννησος), καθώς εκεί το μικροκλίμα είναι προνομιούχο. Εκτός από το ευνοϊκό περιβάλλον, στην ανάπτυξη αυτή συνέβαλαν η αύξηση της εσωτερικής κατανάλωσης και των εξαγωγών, η ανάπτυξη των βιομηχανιών κονσερβοποίησης και η βελτίωση των συνθηκών εμπορίας. Η Κεντρική Λαχαναγορά της Αθήνας, που λειτουργεί στην περιοχή του Αγίου Ιωάννη Ρέντη από το 1965, διακινεί εκατοντάδες χιλιάδες τόνους λαχανικών από όλα τα παραγωγικά κέντρα της χώρας σε ετήσια βάση. Η συνολική έκταση των λαχανοκομικών καλλιεργειών της Ελλάδας υπερβαίνει τα δύο εκατομμύρια στρέμματα. Στην προετοιμασία του λαχανόκηπου απαιτείται η βαθιά άροση του εδάφους, ενώ η λίπανση και το πότισμα πρέπει να κατανέμονται ορθολογιστικά. Το νερό παρέχεται με διάφορα συστήματα (διήθηση, ψεκασμό, τεχνητή βροχή κλπ.) και πρέπει να έχει τη θερμοκρασία του περιβάλλοντος. λαχανικά. Ταξινομούνται ανάλογα με τα χρήσιμα μέρη τους, για τα οποία και καλλιεργούνται: από μερικά χρησιμοποιούνται μόνο τα νεαρά άνθη, από άλλα τα φύλλα και τα στελέχη και από άλλα οι ρίζες, οι κόνδυλοι, τα ριζώματα ή ολόκληρο το φυτό. Έτσι, υπάρχουν λαχανικά με εδώδιμη ρίζα: βρασική η ράπα (ρέβα), τεύτλα, ραπανάκι, σκορζονέρα, καρότο, ρεβοσέλινο, ρίζες κιχόριου (ραδικιού) κλπ.· λαχανικά με κονδύλους: πατάτα, γλυκοπατάτα, διοσκορέα, ηλίανθος, κλπ.· λαχανικά με βολβούς: κρεμμύδι, σκόρδο, πράσο, κ.ά.· λαχανικά με εδώδιμα φύλλα και βλαστούς: λάχανο, κάρδαμο, μάραθο, σπαράγγι, ραδίκι, μαρούλι, σπανάκι κλπ.· λαχανικά με εδώδιμα άνθη, καρπούς και σπόρους: αγκινάρα, ρεβίθια, μπιζέλια, κουκιά, κολοκυθάκια, γλυκοκολόκυθα, αγγούρια, πιπεριά, κορίανδρο κ.ά. Τα λαχανικά ταξινομούνται ανάλογα με τα χρήσιμα μέρη τους, για τα οποία καλλιεργούνται (φωτ. Πρεσβεία Κύπρου).
* * *
η [λαχανοκόμος]
1. κλάδος τής γεωργίας που ασχολείται με την καλλιέργεια τών λαχανικών
2. η εργασία τού λαχανοκόμου.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • λαχανοκομία — η κλάδος της βοτανικής που ασχολείται με τη μελέτη και την καλλιέργεια των λαχανικών …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • φυτόχωμα — το, Ν (γεωπ.) μίγμα χώματος ή αδρανών υλικών με αποσυντεθειμένες ή υποκείμενες σε αποσύνθεση οργανικές ουσίες ζωικής ή φυτικής προέλευσης, το οποίο χρησιμοποιείται ως βελτιωτικό τού εδάφους στη λαχανοκομία και την ανθοκομία …   Dictionary of Greek

  • Καρελία — (Kareliya). Αυτόνομη δημοκρατία (172.400 τ. χλμ., 756.400 κάτ. το 2002) της βορειοδυτικής Ρωσίας με πρωτεύουσα το Πετροζαβόσκ (Petrozavodsk, 282.100 κάτ. το 2000). Συνορεύει στα Δ με τη Φιλανδία και στα Β βρέχεται από τη Λευκή θάλασσα. Ιδρύθηκε… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”